Με την ευκαιρία αυτή, στέλνουμε την αγάπη μας στους παππούδες και στις γιαγιάδες όλου του κόσμου. H σκέψη μας πηγαίνει πρωτίστως σε εκείνους τους παπούδες και σε εκείνες τις γιαγιάδες που ζουν μόνοι τους, ξεχασμένοι από όλους, δίχως συντροφιά, χωρίς βοήθεια.
Παραθέτουμε ένα ποίημα του Καβάφη που διαβάσαμε στο http://meapopsi.wordpress.com
Ένας γέρος
Στου καφενείου του βοερού το μέσα μέρος
σκυμένος στο τραπέζι κάθετ’ ένας γέρος
με μιαν εφημερίδα εμπρός του, χωρίς συντροφιά.
Και μες στων άθλιων γηρατειών την καταφρόνεια
σκέπτεται πόσο λίγο χάρηκε τα χρόνια
που είχε και δύναμι, και λόγο, κ’ εμορφιά.
Ξέρει που γέρασε πολύ· το νοιώθει, το κυττάζει.
Κ’ εν τούτοις ο καιρός που ήταν νέος μοιάζει σαν χθές.
Τι διάστημα μικρό, τι διάστημα μικρό.
Και συλλογιέται η Φρόνησις πώς τον εγέλα
και πώς την εμπιστεύονταν πάντα – τι τρέλλα! -την ψεύτρα που έλεγε
«Αύριο. Εχεις πολύν καιρό.»
Θυμάται ορμές που βάσταγε
και πόση χαρά θυσίαζε.
Την άμυαλή του γνώσι κάθ’ ευκαιρία χαμένη τώρα την εμπαίζει.
… Μα απ’ το πολύ να σκέπτεται και να θυμάται ο γέρος εζαλίσθηκε.
Κι αποκοιμάται στου καφενείου ακουμπισμένος το τραπέζι.
Κωνσταντίνος Π. Καβάφης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου